My CMS My CMS

«Οπωσδήποτε παράθυρο»

Κάθε μέρα, ή μάλλον κάθε νύχτα, έλεγε το ίδιο: απόψε θα γίνω ελεύθερη. Θα πετάξω μακριά ό,τι μου φόρεσαν καπέλο τόσα χρόνια, και θα γίνω επιτέλους ολόκληρη εγώ.

Σηκώθηκε ήσυχα από το κρεβάτι. Τον χάιδεψε και τον φίλησε γλυκά. Τον σκέπασε και να μην κρυώσει (ήταν ξαφνικά ένας άγριος χειμώνας πάλι έξω). Πήγε και στη μικρή, πέρασε το χέρι της πάνω απ’ το κοιμισμένο κεφάλι. Μέσα της έκανε ένα ξόρκι να διώξει για πάντα τους εφιάλτες.

Προχώρησε προς το παράθυρο. Ούτε αποφασισμένη ούτε δειλή.
Σαν υπνωτισμένη. Σφάλισε την πόρτα καλά, να μην τους πιάσει το κρύο της, κι άρχισε να βγάζει.

Στην αρχή τα ρούχα. Μετά τη βέρα της. Μετά το δέρμα λίγο-λίγο και τα μαλλιά. Ύστερα πέταξε τα χέρια και τα πόδια της. Τι έμεινε πια;

Λογικά τώρα μπορώ να πετάξω.

Κινήθηκε προς το ανοιχτό παράθυρο. Ήταν μια υπέροχη παγωμένη νύχτα έξω. Λίγο πριν βγει, ξερίζωσε ήσυχα τα μάτια της. Το πιο μεγάλο βαρίδι αυτά.

Έφυγε. Ένας γκρίζος ίσκιος πάνω από την πόλη που δεν τον είδε πια κανείς.

Και στο σπίτι της ένα ανοιχτό παράθυρο να μπάζει κρύο.

Share Project :